Share

Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010


ΒΗΜΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
-ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΕΝΩΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΣ-


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Μεγάλη επιτυχία είχε η πρώτη δημόσια εκδήλωση του ΒΗΜΑΤΟΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, την Τετάρτη 24η Νοεμβρίου ε.ε., στην αίθουσα της παλαιάς Βουλής.
Τόσο ο κύριος ομιλητής κ. Παναγιώτης Γεννηματάς όσο και οι εκπρόσωποι κομμάτων & φορέων περιέγραψαν με αδρά χρώματα την κρίση στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία, μια κρίση η οποία αν και έχει προφανείς & άμεσες επιπτώσεις στο οικονομικό πεδίο, είναι στην πραγματικότητα πολύπλευρη, έχει τα αίτια της στη δομή & συγκρότηση του συνόλου του πολιτικού συστήματος και επηρεάζει όλα τα πεδία κοινωνικής δράσεως & συμπεριφοράς.
Εντός του πλαισίου αυτού, κατέστη απολύτως σαφές από όλους του ομιλητές, η ανάγκη αλλαγής του πολιτικού συστήματος, μιας ριζοσπαστικής πολιτικής μεταρρυθμίσεως, μέσω της διαδικασίας συγκλήσεως Συντακτικής Εθνοσυνελεύσεως με σκοπό την ψήφιση νέου συντάγματος.  Μάλιστα, ο τελευταίος ομιλητής, ο πρόεδρος των ΔΗΜΟΚΡΑTΙΚΩΝ κ. Θεόδωρος Πολυζωίδης, ανέπτυξε με αρκετές λεπτομέρειες τη σχετική πρόταση του κόμματό τους για την εγκαθίδρυση νέου πολιτειακού συστήματος Προεδρικής Δημοκρατίας, ως του πλέον ισορροπημένου μοντέλου, το οποίο ενσωματώνει σε μεγάλο βαθμό την αρχή της πλήρους διακρίσεως των εξουσιών.  
Στα ιστολόγια του ΒΗΜΑΤΟΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ έχουν αναρτηθεί τα κύρια σημεία των ομιλιών ενώ, από τη Δευτέρα 6η τρέχοντος, θα αναρτηθεί και ολόκληρη η μαγνητοσκοπημένη εκδήλωση.





Μάλφα Γιώργου- «Από πείσμα και τρέλα θα ζω σε τούτη τη χώρα!»

Αυτός είναι ο πανηγυρικός τής 28ης Οκτ τού θεολόγου κ. Γιώργου Μάλφα θεολόγου καθηγητή στο Γυμνάσιο Σαγεΐκων.  Αναγνώστηκε από τον άμβωνα στην εκκλησία και έμειναν όλοι άφωνοι.
«Από πείσμα και τρέλα θα ζω σε τούτη τη χώρα!»
                                              

 Εβδομήντα χρόνια μετά.
Γιορτάζεις την Εθνική Αντίσταση του Λαού μας, τραγουδάς «γυναίκες Ηπειρώτισσες», υψώνεις αμήχανα σημαίες, χορεύεις από κεκτημένη συνήθεια στις πλατείες. Φέτος όμως, δυσκολεύεσαι να πεις το «ΟΧΙ». Δεν είσαι  σίγουρος, αμφιβάλλεις. Φοβάσαι τους συνειρμούς, τις πιθανές παρεξηγήσεις. Τρέμεις τις συνέπειες.
Χρόνια τώρα, επαναλάμβανες τελετουργικά μονότονα το «ΟΧΙ» του παππού σου. Καμάρωνες τη θυσία του, θριαμβολογούσες αδαπάνητα για τα κατορθώματα και τους ηρωισμούς τής γενιάς του. Στις δεκαετίες όμως που ακολούθησαν κατασπατάλησες νωχελικά την ελευθερία που σου χάρισε! Έφτιαξες τη ζωή σου. Το δικό σου, επιτέλους, σπίτι, και το δικό σου εξοχικό. Έκανες ταξίδια μακρινά και πολυδάπανα, σε προορισμούς εξωτικούς. Αγόρασες πρώτο και μετά δεύτερο αυτοκίνητο. Χρεώθηκες ασυλλόγιστα δάνεια, δόσεις και κάρτες που αφειδώς σου πρόσφεραν οι τράπεζες. Μπούχτισες τα παιδιά σου φροντιστήρια και ιδιαίτερα, να σπουδάσουν προσοδοφόρα επαγγέλματα, να γίνουν υψηλόβαθμα «στελέχη διοίκησης επιχειρήσεων». Εκμεταλλεύτηκες, με όλους τους δυνατούς τρόπους, τους μετανάστες που είχαν την ανάγκη σου, για να μαζέψουν τις ελιές σου, να χτίσουν και να καθαρίσουν το σπίτι σου, να φυλάξουν τα παιδιά σου. Έπαιξες στο Χρηματιστήριο το κληρονομημένο βιος τών γονιών σου και αγόρασες «αέρα» που σου πούλησαν οι αετονύχηδες τής ελεύθερης αγοράς. Συναλλάχθηκες μ' αυτό το άθλιο κράτος κάτω απ' το τραπέζι κάμποσες φορές, δεν θυμάσαι και συ πόσες, για τη στρατιωτική θητεία τού γιου σου, το διακανονισμό τής εφορίας, το αυθαίρετο δίπλα στη θάλασσα, το διορισμό στην επίζηλη δημοσιοϋπαλληλία, τη λίστα αναμονής σε κάποιο νοσοκομείο. Διασκέδασες την πλήξη σου βόσκοντας αμέριμνα στα λιβάδια τής τηλεόρασης, κάνοντας φωτοσύνθεση με την προπαγάνδα και το γούστο τών αχρείων τής κάθε εξουσίας. Ατίμασες την ψήφο σου ξανά και ξανά για μια «εξυπηρέτηση», εκδούλευση τών φαύλων τής κομματοκρατίας, τών επαγγελματιών και τών κληρονόμων τής πολιτικής.
Φέτος όμως, τα πράγματα δεν είναι όπως παλιά. Η γιορτή δεν είναι πια γιορτή. Μεγάλα λόγια δεν βγαίνουν απ' το στόμα. Φειδωλή και ντροπαλή η εθνική σου αξιοπρέπεια προσποιείται, καμώνεται πως γιορτάζει κάτω απ' το αυστηρό βλέμμα τής επιτήρησης.  Στενάχωρα όλα. Μέσα μας, γύρω μας, παντού. «Το αδιέξοδο τής χώρας στις ψυχές τών κατοίκων της». Πατρίδα υποτελής και υπόχρεη. Πατρίδα «πεδίο βολής φθηνό». Πατρίδα έρμαιο τής απληστίας τών τοκογλύφων, τών ισχυρών τού χρήματος, τών δανειστών που γυρεύουν πίσω τα λεφτά τους. Σε υποτιμούν σήμερα άμοιρη πατρίδα μου για να σε αγοράσουν τζάμπα αύριο.
Πεθαίνω σαν χώρα! Ακούς την κραυγή; Βλέπεις και συ το κακό που μας βρήκε; «Όποιος δεν έχει δει ανθρώπους να πεθαίνουν σφυροκοπημένοι από αόρατο χέρι στους δρόμους, δεν μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει και τι είναι ο θάνατος μιας χώρας». 
Πατρίδα, κατοχή και αντίσταση: κι' αν οι λέξεις άδειασαν με τα χρόνια, δεν φταίνε οι λέξεις, οι ζωές μας άδειασαν! Πριν λιποψυχήσουν οι λέξεις, λιποψυχεί το φρόνημα τών ανθρώπων, η θέληση τών λαών να παραμείνουν αδούλωτοι. Όχι παιχνίδια με τις λέξεις! Ποιος δικαιούται να μιλάει στη γιορτή σήμερα για πατρίδα, για κατοχή και αντίσταση; Οι πατριδοκάπηλοι που κάθε φορά, την κρίσιμη στιγμή, συνθηκολογούσαν με τον κατακτητή; Ή μήπως, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ που εγκατέλειπαν την πατρίδα και το λαό την ώρα τής μάχης, για να επιστρέψουν κατόπιν ως εθνοσωτήρες και ελευθερωτές;
«Ποιος είναι, λοιπόν, πατριώτης;»
Ο Άρης Βελουχιώτης, το τραγικό αυτό σύμβολο τής Αντίστασης του Λαού μας, έχει κάτι να σου πει: «Ποιος είναι ο πατριώτης; Αυτοί ή εμείς; Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει νάβρει κέρδη σ' όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Γι' αυτό δε νοιάζεται κι' ούτε συγκινείται με την ύπαρξη τών συνόρων και τού κράτους. Ενώ εμείς, το μόνο που διαθέτουμε, είναι οι καλύβες μας και τα πεζούλια μας. Αυτά, αντίθετα από το κεφάλαιο που τρέχει, όπου βρει κέρδη, δεν μπορούν να κινηθούν και παραμένουνε μέσα στη χώρα που κατοικούμε. Ποιος, λοιπόν, μπορεί να ενδιαφερθεί καλύτερα για την πατρίδα του; Αυτοί που ξεπορτίζουνε τα κεφάλαιά τους από τη χώρα ή εμείς που παραμένουμε με τα πεζούλια μας εδώ;»
Εδώ θα παραμείνουμε, δε θα φύγει κανείς, κυνηγημένε απ' όλους Καπετάνιε! Εδώ, να φυλάμε τα πεζούλια που μας άφησες! Θα μοιραστούμε αν χρειαστεί ακόμη και τη φτώχια μας, την ανάγκη, την οργή μας, μα δεν θα εγκαταλείψουμε. Γι' αυτό.
«Τα καράβια μου καίω / δεν θα πάω πουθενά.  Κι' ας μη μου 'χεις χαρίσει ποτέ / ένα χάδι ως τώρα / πάντα εδώ θα γυρνώ  από πείσμα και τρέλα θα ζω / σε τούτη τη χώρα / ώσπου να βρω νερό  γιατί ανήκω εδώ . Σταυρωμένη πατρίδα / μες στα μάτια σου είδα / τής ανάστασης φως».
(Τα καράβια μου καίω,  Ν. Πορτοκάλογλου)
                                                                                            Πάτρα, Οκτώβριος 2010